Aντιφάσεις και διλήμματα στην κυπριακή εκπαίδευση

Οι τεράστιες αλλαγές που έγιναν στην κυπριακή εκπαίδευση τα τελευταία σαράντα χρόνια (εισαγωγή νόμων για υποχρεωτική εκπαίδευση μέχρι τα 15 και άτυπα μέχρι τα 18, τεράστια αύξηση του κονδυλίου της εκπαίδευσης στον δημόσιο προϋπολογισμό, εισαγωγή του χάρτη των δικαιωμάτων του παιδιού, ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επίσημη συμμόρφωση της κυβέρνησής μας προς την εκπαιδευτική πολιτική της ΕΕ όπως αυτή εκτίθεται στα μνημόνια και τις οδηγίες της για την εκπαίδευση) έχουν δημιουργήσει μια εντελώς νέα κατάστασηΝ η οποία, μεταξύ άλλων, έχει καταστήσει μερικούς παλιούς εκπαιδευτικούς θεσμούς αντιφατικούς και παράλογους.

Τέτοιοι θεσμοί είναι οι πιο κάτω:

α) Ο θεσμός της στασιμότητας σε ένα καθεστώς υποχρεωτικής εκπαίδευσης.Είναι φανερό πως αυτά τα δυο δεν συμβιβάζονται λογικά. Δεν μπορείς να υποχρεώνεις κάποιον να φοιτά και ταυτόχρονα να τον υποχρεώνεις να ακούει ξανά τα ίδια πράγματα.


β) Ο τρόπος με τον οποίο το σχολείο συμπεριφέρεται στον στάσιμο μαθητή τον επόμενο χρόνο. Δεν λαμβάνει καμιά ιδιαίτερη πρόνοια ούτε να τον βοηθήσει ψυχολογικά να αντιμετωπίσει το ψυχικό τραύμα από το ρεζίλεμα ούτε να του υποδείξει τις βασικές μαθησιακές αδυναμίες του και να τον βοηθήσει να τις ξεπεράσει με ένα είδος παρακολούθησης (monitoring) της επίδοσής του. Έτσι ο χρόνος περνά κατά κανόνα άσκοπα, χωρίς ο μαθητής να βοηθείται καθόλου μαθησιακά. Βέβαια, συνήθως προάγεται στην επόμενη τάξη όχι γιατί έμαθε κάτι, αλλά γιατί η στασιμότητα για δεύτερο χρόνο θα εξέθετε περισσότερο το σχολείο παρά τον μαθητή.

γ) Η «ανώδυνη» αυτή κίνηση βοηθά κυρίως το σχολείο και το υπουργείο παρά τον μαθητή, γιατί αν ο μαθητής απορριφθεί για δεύτερο χρόνο, θα θέλει να φύγει από το σχολείο και θα δημιουργηθεί το ανυπέρβλητο πρόβλημα πού να πάει. Επειδή όλα τα σχολεία είναι τα ίδια και δεν υπάρχει ένα διαφορετικό σχολείο που θα μπορούσε να τον βοηθήσει, ο μαθητής προάγεται «καταχρηστικά» στο ίδιο σχολείο και έτσι η υπόθεση σκεπάζεται κάτω από το χαλί για να μην εκτεθεί το Υπουργείο και μαζί του το κράτος ολόκληρο.

δ) Όπως γράφει ο λυκειάρχης Τάσος Τάσου στο άρθρο του Οι «αδιάφοροι», μια αλήθεια που «καίει» (Paideia-news, 3 Ιουλίου 2017), «το σύστημα σπρώχνει σιγά σιγά (αυτούς τους μαθητές) από τάξη σε τάξη μέχρι να τους αποβάλει με ένα «πλαστό» απολυτήριο».Υπάρχει δηλαδή εδώ ομολογία κοροϊδίας ή εξαπάτησης της κοινωνίας και δεν συγκινείται κανένας.

ε) Στην κοροϊδία αυτή προστέθηκε από τον φετινό Ιούνιο μια άλλη. Έγιναν στην Γ΄ Γυμνασίου εξετάσεις, βγήκαν τα αποτελέσματα και σε πέντε μέρες κλήθηκαν οι ανεξεταστέοι να παρακαθίσουν σε νέες εξετάσεις, αφού στο μεταξύ παρακολούθησαν ταχύρρυθμα διορθωτικά μαθήματα.Με άλλα λόγια, αναμενόταν από τους ανεξεταστέους να καλύψουν μέσα σε πέντε μέρες βασικές αδυναμίες (μόνο όσοι έχουν βασικές αδυναμίες μένουν ανεξεταστέοι) που δεν μπόρεσαν να καλύψουν ολόκληρο τον χρόνο.

Για τις αντιφάσεις και τους παραλογισμούς αυτούς δεν φταίνε φυσικά οι εκπαιδευτικοί ούτε οι ανώτεροι λειτουργοί του υπουργείου παιδείας ούτε ο ίδιος ο υπουργός. Φταίει το σύστημα και φυσικά οι υπουργοί της τελευταίας τεσσερακονταετίας οι οποίοι δεν φρόντισαν να δώσουν μια λύση στα δημιουργηθέντα προβλήματα.

Εκείνο που ιδιαίτερα προβληματίζει είναι ότι δεν μπόρεσε ακόμα η Κύπρος στα 57 χρόνια της ανεξαρτησίας της να δημιουργήσει έναν τύπο σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που να αντανακλά το καταστάλαγμα και τη σύνθεση των πολιτικών, πολιτισμικών, οικονομικών και κοινωνικών της δυνάμεων, έναν τύπο σχολείου που να αποτελεί, όπως λέει ο Άγγλος συγκριτολόγος Robert Cowen, την εκπαιδευτική ροζέτα της Κύπρου για τα χρόνια της ανεξαρτησίας, όπως ήταν, για παράδειγμα, η Ελληνική Σχολή του αρχιεπισκόπου Κυπριανού στις αρχές του 19ου αιώνα, το κλασικό γυμνάσιο το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, τα ιδιωτικά οικονομικά και εμπορικά σχολεία την εποχή της παλμεροκρατίας και τα πανεπιστήμια σήμερα.

Ο τύπος του Ενιαίου Λυκείου και με τις δυο του μορφές εγκαταλείφθηκε, γιατί ακριβώς δεν μπόρεσε να δώσει απαντήσεις στα σύνθετα προβλήματα της εποχής μας ούτε να αναγνωρισθεί ως εκφραστής του πνεύματος και της κυρίαρχης αφήγησής της. Ικανοποιητική απάντηση στα προβλήματα που έχουν εκτεθεί στο άρθρο αυτό μπορεί ίσως να δοθεί μόνο αν κατορθωθεί να επινοηθεί η κατάλληλη για την εποχή εκπαιδευτική ροζέτα.

Πηγή: Φιλελεύθερος